Σελίδες

Τετάρτη, Αυγούστου 24

Μικρή στό στίχο ή καρδιά για ανάξιο μολύβι.

Για να μέ ταξιδέψεις .



Στήν προκυμαία του ουρανού περίμενα
τ΄αστέρια ειχα ανάψει
πάνω στου ανέμου τά φτερά περίμενα να φτάσει.

άργησες .

Μάζεψα τά φεγγάρια μου που ήτανε για σένα
τίς θάλασσες του ουρανού τ΄αστέρια τά κλεμμένα .

και απ΄τον βυθό τής θάλασσας τό ασπρο τό κοράλλι
κι΄απ΄τους ανέμους τους πολλούς μόνο τό μαιστράλι.

Τά μάτια πλέον δεν μιλάν έγινανε εκφράσεις
φατσούλες κίτρινες που σου μιλούν ανάλογα τίς στάσεις.

ή αναμονή σου αφησε λιβάδια δίχως ανθη αφήνοντας τα μόνα
τά καλοκαίρια μου νεκρά έφερες τόν χειμώνα .

και έσβησα τά άστρα . γιατί αλήθεια;