Σελίδες

Σάββατο, Οκτωβρίου 8

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ Θ ΄ ΑΝΤΕΞΟΥΝ



Καί ξέχασα τά δειλινά πού φεύγαν οι φρεγάτες.
με τά πανιά ανοιγμένα διαλέγοντας αέρα .
καί ακόμα επερίμενα . και έσβησαν τά δειλινά
τής δόξας . σβήσανε του ουρανού τά αστέρια .
και ό χειμώνας ήρθε προδότες τόν ξερνάνε
δεν θά ύπάρξουν προσευχές τά τελευταία δάκρυα
ήτανε τών αγγέλων
Καί τά διακόσια άτομα πού κράταγαν μιά πόλη .
τριακόσιοι ήτανε παλιά και γίνανε διακόσιοι.
κανένας δέν τους νίκησε
έφιάλτη περιμένανε νάρθει νά τούς προδώσει.
καί έφυγε ή δόξα μαζί μ΄αυτούς και μ΄αλλους
πού δέν είδες
θεέ ποιοί θά είναι ικανοί νά σπάσουν αλυσίδες;

ξεχάστηκα τά δειλινά ;πεθάνανε οι δόξες;
μαντάτα ήλιθίων .
στήν ίταλία δαίδαλο μέ είπαν
μέ είπαν Αρχιμήδη .
στήν Ταρτησσό Ηρακλή
στήν τροία Γανυμήδη

καί όταν δοκίμασα τό κρασί τους
Διόνυσο μέ είπαν .

Μυστήρια τά μονοπάτια τών θεών
τόν λαβύρινθο τού Μίνωα διαλέξαν
οί θεοί πού οί έλληνες κατέχουν.
προδώτες έψαξαν ξανά και βρήκαν
τούς τριακόσιους.

και δοκιμάζουν οι θεοί οι
έλληνες να αντέχουν .